ῥεῖς — ῥέω flow pres ind act 2nd sg (attic epic doric ionic) ῥέω flow imperf ind act 2nd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ρέις, Φρέντερικ — (Reys, 1638 – 1731). Ολλανδός ανατόμος. Από το 1665 ο Ρ. εργάστηκε στο πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ και το 1885 έγινε καθηγητής στο ίδιο πανεπιστήμιο. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη μελέτη του αγγειακού συστήματος. Ήταν ο πρώτος που περιέγραψε τις… … Dictionary of Greek
φύρεις — φύ̱ρεις , φύρω mix aor subj act 2nd sg (epic) φύ̱ρεις , φύρω mix pres ind act 2nd sg φύ̱ρεις , φυράω mixing imperf ind act 2nd sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ουλεμάς — Από το αραβικό αλίμ = σοφός. Μορφωμένος, απόφοιτος ιερατικής σχολής, που έχει το δικαίωμα να διοριστεί ιεροδικαστής. Οι ο. αποτελούσαν στην Οθωμανική αυτοκρατορία ιδιαίτερο σώμα διδακτόρων του μουσουλμανικού δικαίου και είχαν πολλά προνόμια,… … Dictionary of Greek
βάρεις — βά̱ρεις , βᾶρις Et.Gud. fem nom/voc pl (attic epic ionic) βά̱ρεις , βᾶρις Et.Gud. fem nom/acc pl (attic ionic) βαρέω weigh down imperf ind act 2nd sg (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασύρεις — διασύ̱ρεις , διασύρω tear in pieces aor subj act 2nd sg (epic) διασύ̱ρεις , διασύρω tear in pieces pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δήρεις — δή̱ρεις , δῆρις battle fem nom/voc pl (attic epic) δή̱ρεις , δῆρις battle fem nom/acc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
καλασίρεις — καλασί̱ρεις , καλάσιρις a long Egyptian garment fem nom/voc pl (attic epic) καλασί̱ρεις , καλάσιρις a long Egyptian garment fem nom/acc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κατασύρεις — κατασύ̱ρεις , κατασύρω draw aor subj act 2nd sg (epic) κατασύ̱ρεις , κατασύρω draw pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρασύρεις — παρασύ̱ρεις , παρασύρω sweep away aor subj act 2nd sg (epic) παρασύ̱ρεις , παρασύρω sweep away pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)